- δεκτικόν
- δεκτικόςfit for receivingmasc acc sgδεκτικόςfit for receivingneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Generación (filosofía) — En filosofía, la generación en el cambio que consiste en pasar del no ser al ser. Su complemento es la corrupción, que es el cambio desde el ser hacia el no ser. Contenido 1 Historia 1.1 Antigüedad 1.1.1 Presocráticos Parménides … Wikipedia Español
κυττοί — κυττοί, οι (Α) (κατά τον Ησύχ.) «δεκτικόν χώρημα, καθώς ποτήριον» … Dictionary of Greek
ύλη — Στην ευρεία έννοια, ύ. είναι καθετί που γίνεται αντιληπτό από τις αισθήσεις μας ή, πιο γενικά, καθετί που μπορεί να μετρηθεί με οποιοδήποτε όργανο μέτρησης. Στη στενή έννοια, ύ. και μάζα ταυτίζονται: ακριβέστερα, ύ. είναι καθετί που… … Dictionary of Greek